Tuesday, July 3, 2007

To Τυρί

Η αμερικάνικη σακαράκα του 60 είχε ήδη αρχίσει να βήχει. Το ξεπέρασε όμως και συνεχίζαμε. Επιπλέον, υποστήκαμε την ατίμωση της προσπέρασης μιας άμαξας με άλογα (απο δεξιά) και έπρεπε να βρισκόμαστε στο Γκάμαγουει πριν πέσει ο ήλιος. Κάτω από τον ανελέητο κουβανέζικο ήλιο, στη μέση του πουθενά διακρίναμε αυτή την λιπόσαρκη φιγούρα που έμοιαζε να κρατάει κάτι στην άκρη του δρόμου. Σταματήσαμε. Το Τυρί ήταν "παρκαρισμένο'' πάνω σε ένα μικρό στρογγυλό ξύλο και ήταν προς πώληση. "Τσιιζ σενιόρ, βέρι γκουντ τσιιζ.Ουάν ντόλαρ. Κουμπάνο τσιιζ". Χαμογελούσε χαλαρά - τα δόντια του άσπρη κιμωλία. Αλληλοκοιταχτήκαμε. "Τσιζ?". "Τσιιιζ, κουμπάνο". "Και που θα το βάλουμε ρε συ το τυρί?". Ο Ραούλ (όπως μάθαμε αργότερα) ανέβασε το ψάθινο καπέλο του για να μας δει καλύτερα και άφησε ένα μικρό κεφάλι λαδοτυρί διστακτικά στο ταμπλό. Ο Γιώργος του ζήτησε το ξύλο αφού του ενεχείρισε το δολλάριο. "Νοοοοοο πλιζ αμίγκο, νοοοο σελ δε γουντ!!''. Ο Κώστας υπομειδιώντας σχολίασε."Γιώργο, είπαμε να του πάρουμε το τυρί, όχι το κατάστημα !". Γελούσαμε (οι αποικιοκράτες..)νευρικά για κανα 2ωρο. Γελούσε κι ο Ραούλ που ωστόσο είχε γίνει συνεπιβάτης μας. Μελαγχόλησα ελαφρά. Η ζέστη ήταν αφόρητη. Τα πρώτα σπίτια. Εμπόρευμα, κατάστημα, πωλητής κι αγοραστές προ των πυλών του Γκάμαγουει...

6 comments:

Τίποτα said...

Λοιπόν, Φλήναφε, έχω ένα φίλο αγαπημένο πολύ. Το όνειρό του να πάει στην Κούβα. Κάθε χρόνο το ίδιο. Θα πάω στην Κούβα φέτος, έλεγε, ο κόσμος να χαλάσει. Ήθελε μόνος του να πάει, χωρίς τη γυναίκα του. Εκείνη τίποτα. Δεν τον άφηνε. Κάθε χρόνο έδινε την καθιερωμένη μάχη για την Κούβα, σιγοντάραμε να βοηθήσουμε η παρέα, τίποτα, κάθε χρόνο την έχανε. Τον αγαπούσε η γυναίκα του, πολύ τον αγαπούσε, λέει, και φοβόταν μην τον χάσει. Δεν του το επέτρεπε. Αδύναμος και φοβισμένος αυτός, της επέτρεψε να μην του επιτρέπει. Χρόνια αυτό το σκηνικό. Τώρα είναι άρρωστος πολύ. Στην Κούβα δεν πρόκειται να πάει. Κλαίει και οδύρεται εκείνη που τον χάνει. Αν στο ζητούσε τώρα θα τον άφηνες; Τη ρώτησα. Είσαι με τα καλά σου; Στην Κούβα τι να κάνει; Απάντησε η αμετανόητη.
Περίεργα αγαπάμε οι άνθρωποι, δε νομίζεις;

(Συγγνώμη για το σεντόνι, αλλά μου βγήκε)

Εξαιρετικό κείμενο, έγραψες.

Φλήναφος said...

Ποτέ δεν είναι αργά. Ας το καβαλήσει το ρημάδι κι ας πάει...(ποτέ δεν ρωτάνε). Εγώ τη διέσχισα με 2 φίλους χασομέρηδες αμαξάδα από το Σαντιάγκο ως την Αβάνα στα χρόνια τα προσυζυγικά. Είναι μια χώρα μαγική.
Είσαι επιείκής τίποτα (όπως πάντα)

Τίποτα said...

Δεν είμαι. Εσείς είστε μαζί μου.

Φλήναφος said...

Μην αρχίσουμε τις αβρομαχίες...Γιατί πληθυντικός παρακαλώ? Πόσο με κάνεις?

Τίποτα said...

Όσο γράφεις. Μικρότερός μου. Ο πληθυντικός αφορούσε την επιείκια όλων σας.

Φλήναφος said...

Ελα ρε, σε πειράζω. Και πρέπει να σου πω πως δεν κάνω ποτέ κομπλιμέντα -δεν μου το επιτρέπει η νιτσεική αγωγή μου. Δεν είμαι επιεικής μαζί σου